Ένα από τα δεκάδες μπασκετικά που έκλεψαν τη παράσταση το 2013 ήταν τα Adidas CrazyQuick. To παπούτσι παρουσιάστηκε επισήμως στις αρχές Μάρτη του περασμένου έτους και το διαφημιστικό μότο που τα συντροφεύει "Quick Ain't Fair" μαρτυρά το τι ακριβώς προσφέρει η γερμανική εταιρεία σε όποιον αποφασίσει να τα φορέσει κι αυτό δεν είναι άλλο παρά ταχύτητα. Η Adidas αποφάσισε να κάνει για λίγο στην άκρη τη φιλοσοφία σχεδιασμού μπασκετικών με σημείο αναφοράς τους το χαμηλό βάρος και δημιούργησε κάτι ριζοσπαστικό για αυτή τη κατηγορία τρία χρόνια μετά το επαναστατικό Adidas Crazy Light. Κοινός παράγοντας επιτυχίας για τα δύο αναφερθέντα μοντέλα αποτελεί ο Robbie Fuller, υπεύθυνος σχεδιασμού της Adidas ο οποίος έχει στο βιογραφικό του ουκ ολίγες σχεδιαστικές επιτυχίες στο τομέα των μπασκετικών παπουτσιών αλλά κι άλλων αθλημάτων.
Στο τεχνολογικό κομμάτι του παπουτσιού θα έλεγα ότι το CrazyQuick έχει "φορτωθεί" με ότι καλύτερο διαθέτει έως τώρα η Adidas. Ξεκινάμε τη καταγραφή τους από το γνωστό σε όλους μας SprintFrame που αποτελεί το πλαίσιο στήριξης του παπουτσιού αλλά και τον συνδετικό κρίκο με τις υπόλοιπες τεχνολογίες. Μια απ' τις συνολικά δύο καινοτομίες του εντοπίζεται στην εξωτερική σόλα όπου υπάρχει η τεχνολογία Puremotion+. Το Puremotion+ αποτελεί αναβάθμιση του παλαιοτέρου Puremotion που με τη σειρά του αποτελεί μια μετεξέλιξη του Formotion το οποίο αρκετοί ίσως να θυμάστε σε παλαιότερα μοντέλα της εταιρείας όπως το T-Mac VI, TS Creator, Gil-Zero κ.ά. Η τεχνολογία αυτή ουσιαστικά "μιμείται" το πέλμα του ανθρώπου και με το χαμηλό του προφίλ προσφέρει μεγάλη ανταπόκριση στον αθλητή που συνεπάγεται ταχύτητα, το βασικό μέλημα του CrazyQuick. To Puremotion χωρίζεται σε τέσσερις ομάδες (toe zone, forefoot zone midsole and heel zone), με την κάθε ομάδα να λειτουργεί ανεξάρτητα (για ώθηση, πρόσφυση, στήριξη και στάση αντίστοιχα) αλλά και ομαδικά προσφέροντας τη καλύτερη δυνατή "μίμηση" του πέλματος. Επόμενη νεοεμφανιζόμενη τεχνολογία σε μπασκετικό είναι το Techfit που αξιοποιείται κατά κόρον από την Adidas σε πληθώρα performing ενδυμάτων της. Είναι ένα ελαστικό υλικό (Lycra νομίζω πως λέγεται) και χρησιμοποιείται αντί ατόφιου δέρματος ή κάποιου συνθετικού δέρματος για να "ντυθεί" το επάνω μέρος του παπουτσιού με τη λιγότερη δυνατή χρήση ραφών. Σε περίπτωση που αναρωτιέστε αν το CrazyQuick διαθέτει κάποιου είδους αντικραδασμική τεχνολογία τότε μάλλον θα σας απογοητεύσω.
Το Adidas CrazyQuick αποτελεί ένα ψηλό παπούτσι που πάει κόντρα στη γενικότερη τάση που θέλει τους αθλητές να προτιμούν ημίψηλα και κοντορεβυθούλικα μπασκετικά. Το σχέδιο του είναι αρκετά "καθαρό" και θυμίζει γάντι αφού θα παρατηρήσετε ότι η γλώσσα μέχρι ενός σημείου αποτελεί ενιαίο τμήμα με το υπόλοιπο κυρίως σώμα του επάνω τμήματος. Οι χαρακτηριστικές τρεις γραμμές της εταιρείας δεν παραλείπονται ούτε κι από αυτό το μοντέλο όμως έχουν μετακινηθεί αρκετά πιο μπροστά από εκεί που συνήθως βρίσκονται αφού προτιμήθηκε να αξιοποιηθούν πραγματικά τούτη τη φορά μιας και έτι προσφέρουν επιπλέον κρατήματα στον εκάστοτε αθλητή-χρήστη τους. Επίσης, γίνεται επανεμφάνιση της λοξής στοίχισης των κορδονιών κάτι που είχαμε να δούμε σε μπασκετικό των Γερμανών από την εποχή του Adidas Crazy 97.
Το CrazyQuick παρουσιάστηκε το Μάρτιο του 2013 και το λάνσαρε αρχικώς η νέα μεταγραφή της Adidas, ο John Wall. Ο ηγέτης των Washington Wizards μέχρι πρότινος φορούσε παπούτσια της Reebok με την οποία ευτύχισε να αποκτήσει δύο signatures όμως η εν λόγω συνεργασία τους δεν ευδοκίμησε. Η Reebok ως γνωστόν εξαγοράστηκε το 2005 από της Adidas, με την τελευταία να ψάχνει ένα αστέρι του NBA ώστε να προωθήσει τα νέα της προϊόντα ιδίως τώρα που το μεγάλο της όνομα θα απουσίαζε για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η εσωτερική αυτή μεταγραφή ευνόησε τόσο τον ίδιο τον παίχτη όσο και την εταιρεία, με το CrazyQuick να αποτελεί τελικά ένα από τα πιο επιτυχημένα μοντέλα της περασμένης χρονιάς. Πέραν του John Wall τα συγκεκριμένα μπασκετικά φορέθηκαν από τους Damian Lillard, Michael Conley Jr, Jrue Holiday και για όσους νομίζουν ότι τα προτίμησαν μόνο γκαρντ να σας πληροφορήσω ότι τα τίμησαν και σέντερ όπως oι Joakim Noah, Taj Gibson, Brook Lopez και φυσικά ο τεράστιος Tim Duncan. Αυτό με έκανε να αναρωτηθώ αν ένας μπασκετμπολίστας τελικά επιθυμεί απορρόφηση κραδασμών ή ταχύτητα?